Εχει η αριστερά εναλλακτική πρόταση για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση; Ποιο είναι το σχέδιο, με ποιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις μπορεί να υλοποιηθεί; Και κατ' επέκταση μπορεί η ευρωπαϊκή αριστερά να διαμορφώσει μία νέα στρατηγική για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης;
Η «Κ.Ε.» θέτει τα ερωτήματα αυτά, σε μια προσπάθεια να φωτίσει τους προβληματισμούς και τις αναζητήσεις των κομμάτων και του κόσμου της αριστεράς, για τα αίτια που οδήγησαν στο σημερινό αδιέξοδο αλλά και τις προτάσεις που θα μπορούσαν να μας βγάλουν απ' αυτό. Στο άνοιγμα αυτής της συζήτησης, επιχειρούμε μια συνοπτική καταγραφή ορισμένων κρίσιμων χαρακτηριστικών της αριστεράς, των εκλογικών της δυνάμεων στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ενωση αλλά και των τάσεων που διαγράφονται. Και βέβαια σε κάθε συζήτηση γύρω από την αριστερά μπαίνει το ερώτημα εάν υπάρχει προοπτική κοινής δράσης και συνεργασίας.
Ζητήσαμε από το ΚΚΕ και τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ αλλά και από ανένταχτους τις απόψεις τους και για το οικονομικό πρόβλημα και τα πολιτικά ζητήματα που αναδείχθηκαν στην πορεία.
- Ποια είναι η εναλλακτική λύση;
- Μπορεί να εφαρμοστεί χωρίς το μηχανισμό του ΔΝΤ και της Ε.Ε.;
Η απάντηση του ΚΚΕ ήταν αρνητική, μας δηλώθηκε ότι δεν θέλει να συμμετάσχει στο διάλογο. Η πρόσκληση πάντως είναι ανοιχτή.
«Σήμερα αριστερό είναι ό,τι ενώνει, ό,τι κινητοποιεί. Κι ας μην έχουμε αυταπάτες. Μπορεί να υπάρξει και επαναστατική κατάσταση στην Ελλάδα. Αν η αριστερά είναι διασπασμένη και κατακερματισμένη, δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορεί να αξιοποιήσει ή να επηρεάσει τις καταστάσεις» (Γ. Δραγασάκης, «Η Αυγή», 2-5-2010).
Η έκκληση του κορυφαίου στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ απευθύνεται τόσο στο ΚΚΕ όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ, αφού στο εσωτερικό του η συνύπαρξη τάσεων, συνιστωσών και προσώπων κάθε άλλο παρά ειρηνική είναι. Απόδειξη το πανό που εμφανίζεται εσχάτως στις συγκεντρώσεις του, με το σύνθημα-αίτημα προς Τσίπρα και Αλαβάνο: «Αλέξη και Αλέκο δώστε τα χέρια για να τρέμει το σύστημα»! Ο Αλέξης και ο Αλέκος όμως δεν ανταλλάσσουν ούτε καλημέρα.
«Φυσική κατάσταση»
Η διάσπαση είναι κάτι σαν φυσική κατάσταση για την αριστερά. Οπως επισημαίνει ο καθηγητής Κ. Τσουκαλάς, «ο σοσιαλισμός τελεί και αναπαράγεται σε κατάσταση διαρκούς εσωτερικής, ιδεολογικής και πολιτικής έντασης. Αντίθετα με τη συντήρηση, που μπορεί να συντηρεί και να ανανεώνει το ενιαίο πρόσωπό της δίχως εμφανείς τριγμούς, τα πρόσωπά της αλλαγής είναι εξ ορισμού πολλά, ασύμβατα και αλληλοσπαρασσόμενα» («Το Βήμα», 23-9-2007).
Αν εξαιρέσουμε το ΕΑΜ και την ΕΔΑ, ενωτικά εγχειρήματα μεγάλης εμβέλειας, αλλά σε ιδιόμορφες συνθήκες, και την «Ενωμένη Αριστερά» το 1974, εκλογικό σχήμα μιας χρήσεως, πρέπει να φτάσουμε στο Δεκέμβρη του 1988 για να δούμε την εκδήλωση της σοβαρότερης προσπάθειας της αριστεράς για κοινό βηματισμό.
Το πείραμα του ενιαίου Συνασπισμού ξεκίνησε σε μια περίοδο που κατέρρεε ο υπαρκτός σοσιαλισμός και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ βυθιζόταν στην ανυποληψία. Βάσιμη ήταν η ελπίδα ότι οι συσχετισμοί στην περιοχή της λεγόμενης προοδευτικής παράταξης θα μπορούσαν ν' ανατραπούν και η αριστερά, από φτωχός συγγενής και μόνιμος αιμοδότης των σοσιαλιστών, θα κατάφερνε να εγκατασταθεί στο κέντρο της πολιτικής σκηνής.
Στο κοινό πόρισμα ΚΚΕ -ΕΑΡ ο πήχης των προσδοκιών έμπαινε πολύ ψηλά: «Η μεγάλη, σύγχρονη, συνασπισμένη Αριστερά που φιλοδοξούμε να οικοδομήσουμε δεν αποτελεί ευκαιριακή υπόθεση. Είναι στόχος μακράς πνοής. Επιδιώκει να δημιουργήσει έναν συνασπισμό κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, με προοπτική εξουσίας». Το όνειρο δεν κράτησε ούτε τρία χρόνια.
Το ΚΚΕ διασπάστηκε στο 13ο Συνέδριό του, το 1991, το μισό στελεχικό δυναμικό και ένα υπολογίσιμο κομμάτι της βάσης του αποχώρησαν για να ενταχθούν στον Συνασπισμό και από τότε οι λέξεις «ενότητα» και «συνεργασία» με τους πρώην εταίρους πέρασαν στην «παρανομία». Την ίδια εποχή ο ΣΥΝ ταλαιπωρήθηκε από εσωτερικές διαμάχες που αφορούσαν το θέμα του προγραμματικού διαλόγου με τη σοσιαλδημοκρατία. Η αντιπαράθεση δεν έληξε αναίμακτα, αφού αρκετά στελέχη του μετακόμισαν στο ΠΑΣΟΚ.
Ενότητα υπό όρους
Το ΚΚΕ κατέστησε σαφές με την πολιτική του όλο το επόμενο διάστημα ότι η ενότητα θα προέκυπτε από τη συσπείρωση των ταξικών-λαϊκών δυνάμεων, με το ίδιο στο ρόλο της πρωτοπορίας, ενώ ο ΣΥΝ επιχείρησε με ανοίγματα σε ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς να διευρύνει την επιρροή του και να σταθεροποιηθεί στο χώρο ως η αριστερή εναλλακτική λύση. Η κατάληξη αυτής της προσπάθειας ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η καπιταλιστική κρίση και ο συμβιβασμός της κυβερνώσας σοσιαλδημοκρατίας με τον νεοφιλελευθερισμό επανέφεραν στο προσκήνιο το ζήτημα της ενότητας. Ο ΣΥΡΙΖΑ, στο πλαίσιο της πολιτικής του για τη συγκρότηση του «τρίτου πόλου» -όχι χωρίς αντιδράσεις από ένα τμήμα του- απευθύνει συνεχώς προτάσεις διαλόγου στο ΚΚΕ. Η άρνηση της ηγεσίας του ΚΚΕ ν' ανταποκριθεί χαρακτηρίζεται «εγκληματική πολιτική για το κίνημα» που οδηγεί «στις λογικές του σκαντζόχοιρου και σε συντηρητικές σεχταριστικές αναδιπλώσεις» (Ν. Βούτσης, «Η Αυγή», 9-5-2010).
«Εμείς δεν θα γίνουμε κομμουνιστές του γλυκού νερού», επιμένει η Αλέκα Παπαρήγα και «δεν πρόκειται να συνεργαστούμε με τα στελέχη που το 'βαλαν στα πόδια, εγκατέλειψαν το ΚΚΕ, συνεχίζουν να το πολεμούν και γονατίζουν μπροστά στην αστική τάξη για να πάρουν διαπιστευτήρια» (Δ. Αρβανιτάκης, «Ριζοσπάστης», 17-12-2008). Πρόκειται για τη θεωρία της «πισώπλατης μαχαιριάς». Καλούνται μάλιστα οι εργαζόμενοι «να μην παρασυρθούν από τα "αριστερά" προσωπεία του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ γιατί είναι αφερέγγυος και φορέας σύγχυσης και υπονόμευσης της ταξικής συσπείρωσης και ενότητας του εργατικού λαϊκού κινήματος» (από την ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ, 10-5-2010).
Με αυτά τα δεδομένα αναρωτιέται κανείς αν η φιλολογία περί συνεργασίας έχει βάση. Οι πιο αισιόδοξοι πάντως θυμίζουν ότι και το 1988 οι σχέσεις ΚΚΕ-ΕΑΡ ήταν εχθρικές. Τα γεγονότα όμως στον κόσμο και στην Ελλάδα, αλλά και η συναισθηματική πίεση των αριστερών ψηφοφόρων υποχρέωσαν τις ηγεσίες των δύο κομμάτων να συνεννοηθούν.
Το παραπάνω άρθρο είναι του Τάσου Παππά από την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου