της Αρτέμιδος Καπούλα
Αν μεγάλωσες σε χωριό όπως εγώ τότε η Πρωτομαγιά το πρώτο πράγμα που σου φέρνει στο μυαλό είναι πρωινό ξύπνημα, φωνές, ανακατωσούρα, γονείς που τρέχουν να φορτώσουν το αυτοκίνητο με ότι λογής ταπεράκι μπορείς να φανταστείς και σύνεργα ψησίματος. Θυμάσαι απέραντο πράσινο, κουβέρτες και χαλιά στρωμένα πάνω στο χορτάρι και μια μυρουδιά τσίκνας να ανακατεύεται με εκείνη της πασχαλιάς και να γεμίζουν τον αέρα. Πιτσιρίκια να σουρομαδάνε ότι φυτρώνει στην γη σε μια απέλπιδα προσπάθεια να το μετατρέψουν σε στεφάνι και λαϊκά τραγούδια να ξεχύνονται από το ραδιόφωνο.
Όταν ήμουν γύρω στα 9 ξημέρωσε μια διαφορετική Πρωτομαγιά. Τα αδέλφια μου αποφάσισαν να με πάρουν μαζί σε μια συγκέντρωση και πορεία που γινόταν σε μια κοντινή πόλη. Δεν καταλάβαινα γιατί τα σχέδια έπρεπε να αλλάξουν, γιατί ήμασταν τόσοι πολύ μαζεμένοι και ποιος ήταν εκείνος ο κύριος Μπακαλάκος που ακούγονταν από τα μεγάφωνα. Τον Παπακωνσταντίνου τον ήξερα ήδη οπότε το «πρώτη Μαϊου και απ την Βαστίλη» ηχούσε γνώριμο στα αυτιά μου. Άκουσα για πρώτη φορά το «δεν είναι αργία είναι απεργία», περπάτησα με ανθρώπους που κρατούσαν γαρύφαλλα στα χέρια και φώναζαν συνθήματα εναντίον του κεφαλαίου, του καπιταλισμού και υπέρ του δίκιου του εργάτη. Δεν ήξερα ούτε τι είναι κεφάλαιο, ούτε καπιταλισμός αλλά θυμάμαι ότι είχα ενθουσιαστεί με το όλο κλίμα και προσπαθούσα να φωνάζω πιο δυνατά από όλους, χαρούμενη που συμμετείχα σε κάτι που διοργάνωναν οι μεγάλοι και με αφήνανε να πάρω μέρος. Στο τέλος της πορείας καταλήξαμε πάλι σε σουβλάκια βέβαια αλλά θες γιατί αισθανόμουν ότι έκανα κάτι πολύ σημαντικό εμένα που φάνηκαν τα πιο νόστιμα που είχα φάει ποτέ.
Μεγαλώνοντας διάβασα για την Πρωτομαγιά, το εργατικό κίνημα, τα γεγονότα του Σικάγου, έμαθα τι είναι εργάτης και τι κεφάλαιο, πήρα μια ιδέα του καπιταλισμού. Γνώρισα τι είναι συνδικάτο αλλά και τι κομματική γραμμή και εργατοπατέρας και ήμουν πάντα διχασμένη ανάμεσα στο συναίσθημα και την λογική, την χαρά της άνοιξης που θυμόμουν από παιδί και το καθήκον του ενήλικα, ποτέ δεν κατόρθωσα να ξεχωρίσω μέσα μου τι έπρεπε να γιορτάζω την συγκεκριμένη μέρα.
Μέχρι που έφτασα στα 18 και εντελώς τυχαία διάβασα το «Ένας άντρας» της Οριάνα Φαλάτσι. Γνώρισα μέσα από τις σελίδες της και τις περιγραφές της τον Αλέκο Παναγούλη, ερωτεύθηκα το πείσμα του, την υπομονή του, την ιδέα του για ελευθερία, το πάθος του για αντίδραση. Λάτρεψα την παραφροσύνη του ότι ένας και μόνος μπορεί να κάνει κάτι, μικρό ή μεγάλο δεν έχει σημασία, για να αντισταθεί. Διάβασα τα ποιήματα του, έκλαψα για το θάνατο του και είχα βρει επιτέλους μέσα μου τι γιορτάζω την Πρωτομαγιά. Τον χαμό, την απώλεια αλλά και την βεβαιότητα ότι ο αγώνας του καθενός για να παραμείνει άνθρωπος ελεύθερος, μέσα του ελεύθερος χωρίς παρωπίδες και εγωισμούς, χωρίς να υποκύπτει σε καμία γραμμή από όπου και αν προέρχεται είναι το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο. Χωρίς τυμπανοκρουσίες και χωρίς εμβατήρια.
ΠΗΓΗ protagon
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου