ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΟΥ ΚΥΝΟΔΟΝΤΑ

Άτυχος μες το άστρο του είναι ο «Κυνόδοντας» του Γιώργου Λάνθιμου. Μπορεί να πέτυχε την καλλιτεχνική καταξίωση στα πέρατα της γης και δεν είναι καν σαράντα ετών, αλλά πίσω του ετοιμάζονται να στοιχηθούν για λίγη δανεική λάμψη, προβολή και κορόνες ψευτοεθνικής ανάτασης – τύπου φιέστας Ολυμπιακών Αγώνων ή Γιουροβίζιον- οι καθ’όλα ανάξιοι πολτικάντηδες που έχουν μπάσει στη χώρα πλείστους όσους κυνόδοντες που την ξεσκίζουν νυχθημερόν.

«Η είδηση ότι η ταινία Κυνόδοντας του Γιώργου Λάνθιμου είναι υποψήφια για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, ξεπερνά κατά πολύ το χώρο του κινηματογράφου, των τεχνών, του πολιτισμού. Αφορά ολόκληρη τη χώρα, τους ανθρώπους της, τη νέα γενιά δημιουργών που ενσαρκώνουν το "Ναι, γίνεται" σε μια δύσκολη εποχή». Η δήλωση ανήκει στον υπουργό Πολιτισμού ο οποίος οικειοποιούμενος την επιτυχία ενός ανθρώπου που είχε ένστικτο, παιδεία, ταλέντο, μεράκι και δυνατότητες να τα αξιοποιήσει όλα αυτά (και μερικώς τη συνδρομή του ΕΚΚ), την προσωπική επιτυχία ενός καλλιτέχνη δηλαδή, την εντάσσει μέσα στο πλαίσιο της ευρύτερης «εθνικής προσπάθειας» αναφορικά με την «κρίση».

Ανεξαρτήτως του αν οι συντελεστές της ταινίας έχουν ή όχι πρόβλημα με αυτό, το θέμα είναι πως αυτή η επιτυχία – κατακτημένη από τη διαδρομή της ταινίας μέχρι σήμερα ανά τα φεστιβάλ του κόσμου και ανεξαρτήτως της τελικής κατάληξης των Οσκαρ - δεν συνδέεται με κάποιο εθνικό θεσμικό πλαίσιο για το οποίο αξίζει να είναι κανείς περήφανος. Αντιθέτως. Εθνική κινηματογραφική παιδεία δεν υπάρχει, αλλά το ρόλο αυτό επιτέλεσε τις τελευταίες δεκαετίες, ως επί το πλείστον, η ιδιωτική σχολή Σταυράκου (απόφοιτος της οποίας και ο σκηνοθέτης) ή, για όσους μπορούσαν, πολυάριθμες σχολές στο εξωτερικό. Πέρα απ' αυτό, πολλοί κινηματογραφιστές λειτουργούν σε πλαίσιο αντιξοοτήτων που παράγει το σύστημα πριμοδοτώντας την κινηματογραφία τύπου «safe sex» υπό το πάγιο επιχείρημα της αγοράς «αυτά θέλει το κοινό». (Βέβαια, το τι εστί κινηματογραφική παιδεία και κατά πόσο αυτή μοιραία συνδέεται με το γενικότερο επίπεδο παιδείας - όχι απλώς εκπαίδευσης ή κατάρτισης - δημιουργών, καλλιτεχνών και κοινού είναι αλλουνού παππά ευαγγέλιο και σίγουρα όχι αντικείμενο ετούτου εδώ του κειμένου).

Ο δε νέος νόμος του υπουργείου Πολιτισμού, σύμφωνα με την κριτική με την οποία τον υποδέχτηκαν πολλοί εκ των ενδιαφερομένων, χαρακτηρίζεται μεταξύ άλλων και από την πρόβλεψη το ΔΣ του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου να διορίζεται από τον υπουργό, με τον διορισμένο γενικό διευθυντή να συγκεντρώνει υπεραρμοδιότητες. Αντιλαμβάνεται κανείς το «αξιοκρατικό» του πράγματος στα κριτήρια των διορισμών καθώς και τα κριτήρια χρηματοδότησης των ταινιών στο εξής, σε πλαίσιο γενικευμένων και άγριων περικοπών σε όλες τις δημόσιες δαπάνες: εισπρακτικά και δευτερευόντως ή και τριτευόντως αισθητικά, καλλιτεχνικά, κ.ο.κ. Και γιατί όχι και πολιτικά, εδώ που φτάσαμε; Η βαρέων βαρών προπαγάνδα υπέρ του μνημονίου που φιλοτεχνείται με τη συνδρομή των κυρίαρχων ΜΜΕ δεν θα είναι καθόλου δύσκολο να προσβάλει και τον κινηματογράφο με αντάλλαγμα την απαραίτητη χρηματοδότηση από την οποία είναι εξαρτημένη σε μεγάλο βαθμό η έβδομη τέχνη...

Επομένως, γιατί χαίρεται ο Παύλος και χαμογελάει, πατέρα;

Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύεται στην εφημερίδα "Το Ποντίκι".